Αρχιλοχειος

Αρχιλοχειος
    Ἀρχιλόχειος
    3
    Архилоховский
    

Ἀρχιλόχειον μέτρον — архилоховский размер (стих _--_--_|--_UU||_U_U__)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "Αρχιλοχειος" в других словарях:

  • αρχιλόχειος — α, ο (Α ἀρχιλόχειος, α, ον) [Αρχίλοχος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ποιητή Αρχίλοχο (κυρίως στομέτρο των ποιημάτων του) νεοελλ. δηκτικός, σαρκαστικός …   Dictionary of Greek

  • Ἀρχιλόχειον — Ἀρχιλόχειος of masc acc sg Ἀρχιλόχειος of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρχιλοχείοις — Ἀρχιλόχειος of masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρχιλοχείου — Ἀρχιλόχειος of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρχιλόχεια — Ἀρχιλόχειος of neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»